Του Γιώργου Σ. Σκορδίλη
Παρά την αισιόδοξη ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για "σημαντική πρόοδο" στην κρίση της Ερυθράς Θάλασσας, οι αγορές, οι αναλυτές και οι ασφαλιστικοί οργανισμοί παραμένουν εξαιρετικά επιφυλακτικοί ως προς το ενδεχόμενο άμεσης επιστροφής στην κανονικότητα για τη ναυσιπλοΐα στην περιοχή.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι οι Χούθι της Υεμένης συμφώνησαν να σταματήσουν τις επιθέσεις σε πλοία με αντάλλαγμα τη διακοπή των αμερικανικών πληγμάτων, στο πλαίσιο μιας εκεχειρίας που φέρεται να μεσολάβησε το Ομάν.
Ωστόσο, οι Χούθι διέψευσαν ότι υπάρχει πλήρης απόσυρση από τις εχθροπραξίες, τονίζοντας ότι θα συνεχίσουν να στοχοποιούν πλοία τα οποία συνδέονται —κατά τη δική τους αντίληψη— με το Ισραήλ.
Σε τηλεοπτικό διάγγελμα, o εκπρόσωπος των Χούθι ανέλαβε μάλιστα την ευθύνη για φερόμενη επίθεση κατά του αμερικανικού αεροπλανοφόρου USS Harry S. Truman και των συνοδευτικών του σκαφών, γεγονός που ενισχύει την αίσθηση ότι η κατάσταση απέχει πολύ από την αποκλιμάκωση.
Από την πλευρά της η βιομηχανία της ναυτιλίας κρατά χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών. Κορυφαίοι ασφαλιστές και διεθνείς ναυτιλιακές ενώσεις εξακολουθούν να συμβουλεύουν τους διαχειριστές πλοίων να αποφεύγουν τη διέλευση μέσω της Ερυθράς Θάλασσας, επικαλούμενοι την αβεβαιότητα και τον διαρκή κίνδυνο για την ασφάλεια.
Αναλυτές της Jefferies σημειώνουν ότι "η παρούσα ρητορική είναι απίθανο να οδηγήσει σύντομα σε ανάκαμψη της κυκλοφορίας", επισημαίνοντας τη συνεχιζόμενη ευθραυστότητα του γεωπολιτικού σκηνικού.
Η ίδια ανάλυση εστιάζει ιδιαίτερα στη ναυτιλία εμπορευματοκιβωτίων, η οποία εμφανίζει τη μεγαλύτερη έκθεση στον κίνδυνο, με τις αναγκαστικές παρακάμψεις να προκαλούν απώλεια διαθέσιμης χωρητικότητας της τάξης του 11% με 12%.
Το γεγονός αυτό θεωρείται ο βασικός παράγοντας που διατηρεί τα ναύλα σε υψηλά επίπεδα — και οποιαδήποτε ξαφνική μεταβολή στις συνθήκες διέλευσης από την Ερυθρά Θάλασσα θα μπορούσε να ανατρέψει τους ισχύοντες συσχετισμούς και να επανακαθορίσει την τιμολογιακή ισχύ των ναυλωτών.
Οι υπόλοιποι κλάδοι, όπως τα δεξαμενόπλοια, τα LNG carriers, τα bulkers και τα πλοία μεταφοράς υγραερίου (LPG), εμφανίζουν μικρότερη ευαισθησία, με την απώλεια χωρητικότητας να εκτιμάται μόλις στο 1% με 3%.
Την ίδια ώρα, νέα στοιχεία από τη σουηδική τράπεζα SEB δείχνουν ότι ο όγκος ναυτιλιακής κίνησης στην Ερυθρά Θάλασσα παραμένει δραματικά μειωμένος — περίπου 50% χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2023.
Η επίμονη αυτή διαταραχή συνεχίζει να επηρεάζει τη ροή του παγκόσμιου εμπορίου, αναγκάζοντας ολοένα και περισσότερα πλοία να επιλέγουν τον περίπλου του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, με αποτέλεσμα μεγαλύτερες αποστάσεις, καθυστερήσεις και αυξημένο κόστος.