Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα προχωρήσει κανονικά στην επιβολή των δασμών σε εμπορικούς εταίρους που δεν διαπραγματεύονται με "καλή πίστη" τις συμφωνίες, τόνισε ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις την Κυριακή.
Δεν διευκρίνισε τι θα συνιστούσε μια διαπραγμάτευση με "καλή πίστη" ούτε και το χρονοδιάγραμμα για την ανακοίνωση τυχόν αποφάσεων για την επιστροφή στους συντελεστές που επέβαλε αρχικά ο Τραμπ στις 2 Απριλίου.
Ο Τραμπ μείωσε τους δασμούς που ανακοίνωσε στις αρχές Απριλίου για τα περισσότερα εισαγόμενα αγαθά στο 10%, σε μια παύση 90 ημερών ώστε να δώσει χρόνο στους διαπραγματευτές να επεξεργαστούν συμφωνίες με άλλες χώρες.
Μείωσε ξεχωριστά τον συντελεστή για τα κινεζικά αγαθά στο 30%. Την Παρασκευή, επανέλαβε ότι η κυβέρνησή του θα στείλει επιστολές που θα ενημερώνουν τις χώρες για τους συντελεστές τους.
Την Κυριακή, ο Μπέσεντ δήλωσε ότι η κυβέρνηση επικεντρώθηκε στις 18 πιο σημαντικές εμπορικές της σχέσεις και ότι ο χρόνος σύναψης τυχόν συμφωνιών θα εξαρτηθεί επίσης από το αν οι χώρες διαπραγματεύονται καλόπιστα, ενώ θα αποσταλούν επιστολές σε όσες δεν το κάνουν.
"Αυτό σημαίνει ότι δεν διαπραγματεύονται με καλή πίστη. Θα λάβουν μια επιστολή που θα λέει, 'Ορίστε ο συντελεστής'. Θα περίμενα λοιπόν ότι όλοι θα έρχονταν και θα διαπραγματεύονταν με καλή πίστη", δήλωσε στο "Meet the Press" του NBC News.
Πρόσθεσε ότι οι χώρες που θα ειδοποιηθούν θα δουν πιθανότατα τα ποσοστά τους να επιστρέφουν στα επίπεδα που είχαν οριστεί στις 2 Απριλίου. Ερωτηθείς πότε θα μπορούσαν να ανακοινωθούν τυχόν εμπορικές συμφωνίες, ο Μπέσεντ δήλωσε στην εκπομπή "State of the Union" του CNN: "Και πάλι, θα εξαρτηθεί από το αν διαπραγματεύονται με καλή πίστη".
Ωστόσο, σημείωσε ότι εκτιμά πως "θα κάνουμε πολλές περιφερειακές συμφωνίες".
Οι συνεχιζόμενοι εμπορικοί πόλεμοι του Τραμπ έχουν διαταράξει σοβαρά τις παγκόσμιες εμπορικές ροές και έχουν αναστατώσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές, καθώς οι επενδυτές προσπαθούν να διαχειριστούν αυτό που ο Μπέσεντ αποκάλεσε "στρατηγική αβεβαιότητα", στην προσπάθεια του Τραμπ να αναδιαμορφώσει τις οικονομικές σχέσεις υπέρ των ΗΠΑ.