Από NEWSROOM σε Τετάρτη, 28 Μάι 2025
Κατηγορία: ΚΟΣΜΟΣ

Η Αίγυπτος ετοιμάζεται για "κάτι μεγάλο"

Του Κώστα Ράπτη

Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της Αιγύπτου μαίνονται οι εικασίες για κάποιο επικείμενο "μεγάλο γεγονός” μετά τις ασαφείς προειδοποιήσεις επιφανών δημοσιογράφων, προσκείμενων στην κυβέρνηση, για "συγκλονιστικές αλλαγές”, που έχουν να κάνουν με την εξωτερική πολιτική.

Λ.χ. ο Άχμεντ Μούσα τόνισε στην εκπομπή του στο κανάλι Sada al-Balad ότι η τρέχουσα και η επερχόμενη φάση "χρειάζεται εστίαση και επαγρύπνηση" και ότι "πρέπει να είμαστε υπεύθυνοι για κάθε λέξη ή tweet”.

Αν θελήσουμε να μπούμε στο παιχνίδι των εικασιών, ένα πεδίο προβάλλει ως πιο πιθανό για τις ανατροπές στις οποίες παραπέμπουν οι Αιγύπτιοι δημοσιογράφοι: η Συμφωνία του Camp David, η οποία υπογράφηκε το 1979.

Πρόκειται, ως γνωστόν, για την πρώτη συμφωνία εξομάλυνσης η οποία συνάφθηκε, κατόπιν αμερικανικής μεσολαβήσεως, ανάμεσα στο Ισραήλ και μία αραβική χώρα – ακριβέστερα, τη φυσική ηγέτιδα του αραβικού κόσμου, η οποία στον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973 είχε αποδείξει την ικανότητά της να επιφυλάσσει δυσάρεστες στρατιωτικές εκπλήξεις στο εβραϊκό κράτος.

Με τη συμφωνία του Camp David το Ισραήλ απαλλάχθηκε από έναν ισχυρό αντίπαλο και εξασφάλισε τα νότια σύνορά του, ενώ η Αίγυπτος ανέκτησε την Χερσόνησο του Σινά, η οποία είχε καταληφθεί από ισραηλινές δυνάμεις κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967, και παράλληλα αναδείχθηκε στον δεύτερο μεγαλύτερο (μετά το Ισραήλ) αποδέκτη αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας.

Το τίμημα, ωστόσο, ήταν η (πρόσκαιρη) αποβολή της Αιγύπτου από τον Αραβικό Σύνδεσμο, του οποίου μάλιστα φιλοξενούσε την έδρα, ενώ ο Αιγύπτιος πρόεδρος και αρχιτέκτονας της συμφωνίας, Ανουάρ αλ Σαντάτ δολοφονήθηκε από ισλαμιστές το 1981.

Στο φόντο των εντάσεων που επικρατούν μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023 πληθαίνουν τόσο οι καταγγελίες από ισραηλινής πλευράς ότι η Αίγυπτος δεν συμμορφώνεται με τους όρους του Camp David, όσο και οι εκκλήσεις στο εσωτερικό της αιγυπτιακής συμφωνίας για αποδέσμευση από την συμφωνία.

Ήδη τον Απρίλιο, ο δικηγόρος και υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Μαχμούντ Χασανέιν προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο της Αιγύπτου, απαιτώντας από τον πρόεδρο Αμπντελφάταχ αλ Σίσι να διοργανώσει εθνικό δημοψήφισμα με το ερώτημα της αναστολής των συμφωνιών του Camp David και της συνθήκης ειρήνης με το Ισραήλ.

Η αγωγή, που κοινοποιήθηκε στους προέδρους των δύο κοινοβουλευτικών σωμάτων και στον Γενικό Γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου, επικαλείται τα άρθρα 151 και 157 του αιγυπτιακού Συντάγματος, τα οποία απαιτούν δημόσια έγκριση μέσω δημοψηφίσματος για συνθήκες που σχετίζονται με την ειρήνη, τη συμμαχία ή την κυριαρχία.

Στην αγωγή υποστηρίζεται ότι υπάρχει πλέον "κατάσταση ανάγκης” λόγω της γενοκτονίας στη Γάζα και των "επιθετικών ενεργειών” του Ισραήλ, οι οποίες αποτελούν άμεση απειλή για την εθνική ασφάλεια της Αιγύπτου.

Εκτός από το αίτημα για δημοψήφισμα, καλείται το μεν κοινοβούλιο να επικυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, ο δε Αραβικός Σύνδεσμος να υιοθετήσει ψήφισμα για τον τερματισμό της ομαλοποίησης των σχέσεων με το Ισραήλ από τα κράτη μέλη του.

Επιπλέον, στην αγωγή υποστηρίζεται ότι η στρατιωτική κατοχή από το Ισραήλ μετά τον Ιανουάριο 2024 του συνοριακού διαδρόμου Philadephi μεταξύ Γάζας και Αιγύπτου, παραβιάζει την αιγυπτιακή κυριαρχία, βάσει ειρηνευτικής συνθήκης, η οποία επιβεβαιώνει τα πλήρη εδαφικά δικαιώματα του Καϊρου στο Σινά.

Ωστόσο, η αιγυπτιακή κυριαρχία στο Σινά δεν είναι πλήρης και απροϋπόθετη. Όπως συμφωνήθηκε το 1979, η Χερσόνησος διαιρείται σε τρεις ζώνες, με την πλησιέστερη προς τα σύνορα με το Ισραήλ να είναι αποστρατιωτικοποιημένη, ενώ συνολικά η δύναμη του αιγυπτιακού στρατού πέραν της Διώρυγας του Σουέζ δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 22.000 άνδρες (μία μηχανοκίνητη μεραρχία και μια ταξιαρχία αρμάτων μάχης, συνολικά 47 τάγματα και 300 άρματα μάχης).

Ωστόσο, η Αίγυπτος διαθέτει πλέον περίπου 180 τάγματα στο Σινά και 42.00 άνδρες.

Στρατεύματα αναπτύσσονται επίσης πολύ πέρα από το όριο των 60 χιλιομέτρων από τη Διώρυγα του Σουέζ, με μεγάλες δυνάμεις να σταθμεύουν βαθιά στο Σινά, συμπεριλαμβανομένου του Ελ-Αρίς και των περιοχών κοντά στη Ράφα.

Η εν λόγω συγκέντρωση δυνάμεων υπήρξε αφενός αποτέλεσμα της κινητοποίησης για την καταστολή των τζιχαντιστών του "Βιλαγιάτ” του Σινά, οι οποίοι δρούν στην περιοχή, αφετέρου όμως ενόψει περισσότερο αποσταθεροποιητικών εξελίξεων που απειλείται να δρομολογήσουν οι σχεδιασμοί για εθνοκάθαρση της Λωρίδας της Γάζας.

Τον περασμένο Φεβρουάριο, το Κάιρο δήλωσε στην Ουάσινγκτον ότι η ειρηνευτική συνθήκη με το Ισραήλ θα τεθεί σε κίνδυνο εάν η κυβέρνηση Τραμπ προχωρήσει με τα ανακοινωθέντα σχέδια να μεταφέρει τους κατοίκους της Γάζας στην Αίγυπτο και σε άλλες χώρες.

Η θέση του Καΐρου είναι λεπτή: από τη μία η οικονομική συνεργασία του με το Ισραήλ συνεχίζεται αδιατάρακτη (λ.χ. ο όγκος του εισαγόμενου ισραηλινού φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 20% τον περασμένο Οκτώβριο, κατά 10% τον Νοέμβριο και κατά 17% τον Ιανουάριο 2025), από την άλλη πλευρά, τα σχέδια εθνοκάθαρσης της Γάζας και δη η προοπτική μαζικής εισροής προσφύγων αντικειμενικά αποσταθεροποιούν την Αίγυπτο.

Η εχθρότητα της κυβέρνησης Σίσι προς την Μουσουλμανική Αδελφότητα (άρα και την Χαμάς ως παλαιστινιακή θυγατρική της) είναι δεδομένη, όπως και τα οφέλη που δρέπει το Κάιρο από τις ΗΠΑ ως εγγυητής της ασφάλειας του Ισραήλ και μεσολαβητής (από κοινού με το ανταγωνιστικό Κατάρ) στις διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα και την ανταλλαγή ομήρων. Ωστόσο, "αντισταθμιστικές” κινήσεις, με το βλέμμα στραμμένο και στο αιγυπτιακό λαϊκό αίσθημα, ίσως αποδειχθούν στην παρούσα ακραία κατάσταση αναγκαίες. Εξ ού και η φιλολογία περί των επικείμενων ανατροπών.