Του Κώστα Ράπτη
Η Εισαγγελία της Ταϊπέι απήγγειλε την Τρίτη σε βάρος τεσσάρων πρώην μελών του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος (DPP) της Ταϊβάν κατηγορίες κατασκοπείας για λογαριασμό της Κίνας.
Σε ανακοίνωσή της, η Εισαγγελία ανέφερε ότι απήγγειλε κατηγορίες σε βάρος των Huang Chu-jung και Chiu Shih-yuan για κοινοποίηση ή παράδοση διαβαθμισμένων πληροφοριών εθνικής ασφάλειας στην Κίνα, κοινοποίηση, παράδοση ή μετάδοση εμπιστευτικών πληροφοριών για επίσημη χρήση στην Κίνα και ξέπλυμα χρήματος.
Ο Huang κατηγορήθηκε επίσης από την Ανώτατη Εισαγγελία της Ταϊβάν για "ανάπτυξη εγκληματικής οργάνωσης” υπό τον έλεγχο της Κίνας.
Επιπλέον, ο Ho Jen-chieh κατηγορήθηκε για τις δύο πρώτες παραβάσεις, ενώ ο Wu Shang-yu κατηγορήθηκε για κοινοποίηση ή παράδοση διαβαθμισμένων πληροφοριών εθνικής ασφάλειας σε ξένη χώρα, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση.
Και οι τέσσερις έχουν τεθεί υπό κράτηση, ενώ την υπόθεση θα εκδικάσει το Ανώτατο Δικαστήριο, καθότι αφορά απειλές για την εθνική ασφάλεια.
Ο Huang, ο οποίος εργαζόταν προηγουμένως ως βοηθός του δημοτικού συμβούλου της Νέας Ταϊπέι, Lee Yu-tien, φέρεται να στρατολογήθηκε από τις κινεζικές μυστικές υπηρεσίες ενώ ασκούσε επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Κίνα το 2017, ανέφεραν οι εισαγγελείς.
Μετά την επιστροφή του στην Ταϊβάν, συνέλεξε εμπιστευτικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών για τις επισκέψεις του προέδρου και του αντιπροέδρου σε συμμαχικά έθνη, μέσω του Chiu, πρώην αναπληρωτή επικεφαλής του Ινστιτούτου Δημοκρατίας της Ταϊβάν.
Οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι ο Huang και ο Chiu έλαβαν τις πληροφορίες από τον Wu, πρώην σύμβουλο του Προεδρικού Γραφείου, και τον Ho, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως βοηθός του τότε υπουργού Εξωτερικών και νυν Γραμματέα του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, Joseph Wu.
Ο Huang φέρεται να διαβίβασε τις εμπιστευτικές πληροφορίες στις κινεζικές μυστικές υπηρεσίες και πλήρωσε τον Chiu, τον Ho και τον Wu Shang-yu αρκετές χιλιάδες δολάρια Ταϊβάν, σύμφωνα με τους εισαγγελείς.
Οι εισαγγελείς πρόσθεσαν ότι ο Ho, ενώ υπηρετούσε ως ανώτερος σύμβουλος για θέματα ασφάλειας και εξωτερικών υποθέσεων, πρόδωσε την εμπιστοσύνη του έθνους διαρρέοντας απόρρητες πληροφορίες για μεγάλο χρονικό διάστημα, αποτελώντας σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια.
Οι Huang και Ho αρνήθηκαν οποιαδήποτε αδικοπραγία κατά τη διάρκεια της έρευνας, ωστόσο οι Chiu και Wu Shang-yu ομολόγησαν τα εγκλήματά τους.
Σε ξεχωριστή υπόθεση, ο Sheng Chu-ying, πρώην βοηθός του τότε προέδρου της Βουλής You Si-kun, κατηγορήθηκε για διαρροή νομοθετικών πληροφοριών στις κινεζικές μυστικές υπηρεσίες.
Αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση και υπόκειται σε ηλεκτρονική παρακολούθηση. Δεν του έχουν απαγγελθεί ακόμη κατηγορίες.
Και οι πέντε αποβλήθηκαν από το DPP τον Μάιο.
Η σοβαρότητα της υπόθεσης δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθεί: οι κατηγορούμενοι κινούνταν σε υψηλούς κύκλους λήψης αποφάσεων, ενώ το πλήγμα που επέφεραν στην αυτοπεποίθηση της Ταϊβάν είναι αθεράπευτο. Αρκεί δε και μόνο να αναλογιστεί κανείς ότι στο ταϊβανέζικο πολιτικό τοπίο το DPP αποτελεί το... αντικινεζικό κόμμα, το οποίο υποστηρίζει την επίσημη ανακήρυξη ανεξαρτησίας της Ταϊβάν και βρίσκεται αδιαλείπτως στην εξουσία από το 2016.
Υπενθυμίζεται ότι τόσο το Πεκίνο όσο και η Ταϊπέι αποτελούν ανταγωνιστικές κυβερνήσεις που αμφότερες μιλούν έως τώρα στο όνομα της "μίας Κίνας”, η οποία συμπεριλαμβάνει τόσο την ηπειρωτική χώρα όσο και την de facto αποσχισθείσα μετά τη νίκη του Μάο Τσε Τουνγκ επί του Τσανγκ Κάι-σεκ.
Το δόγμα της "μίας Κίνας” γνωρίζει (πέρα από κάποιες αμφισημίες της αμερικανικής διπλωματίας) τη διεθνή αποδοχή, εξ ου και η "Δημοκρατία της Κίνας”, ήτοι η Ταϊβάν, δεν διαθέτει πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με την πλειοψηφία των κρατών που αναγνωρίζουν τη "Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας”. Η τελευταία είναι και αυτή που κατέχει από τη δεκαετία του '70 την κινεζική έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με την ιδιότητα του μόνιμου μέλους.
Το Πεκίνο ομνύει στη μελλοντική επανένωση της Ταϊβάν με την ηπειρωτική χώρα, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι αυτή μπορεί να επιτευχθεί ειρηνικά. Όσο πάντως ενθαρρύνει την ανάπτυξη δεσμών εκατέρωθεν των στενών της Ταϊβάν, κυρίως δια των οικονομικών σχέσεων, άλλο τόσο εκπονεί σενάρια πολέμου για την περίπτωση που πολιτικές δυνάμεις σαν το DPP προχωρήσουν στην ανεξαρτητοποίηση της νήσου.
Ως φαίνεται, όμως, προτού καν κηρυχθεί, ο πόλεμος έχει ήδη κερδηθεί από το Πεκίνο – τουλάχιστον στο πληροφοριακό και ψυχολογικό πεδίο.
Πώς μπορεί η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία της Ταϊβάν να έχει ξανά εμπιστοσύνη στον δικό της μηχανισμό ασφαλείας; Η απλή υποψία μιας τόσο εκτεταμένης διείσδυσης στα υψηλότερα επίπεδα της κυβέρνησης είναι αρκετή για να παραλύσει τη λήψη αποφάσεων και να καταστρέψει την εμπιστοσύνη που είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική άμυνα. Το γεγονός ότι επί έτη το Πεκίνο λάμβανε γνώση σε πραγματικό χρόνο των σχεδιασμών των αρχών της νήσου αναγκαστικά ρίχνει σκιά καχυποψίας ανάμεσα στην Ταϊβάν και τους συμμάχους της, με πρώτους τους Αμερικανούς. Ουσιαστικά εξουδετερώνεται οποιαδήποτε ουσιαστική αμυντική συνεργασία.
Και δεν ήταν αυτό το μόνο μήνυμα της ημέρας.
Η Κίνα δημοσίευσε φωτογραφίες που δείχνουν τα αεροπλανοφόρα της να διεξάγουν "εκπαιδευτικές ασκήσεις” στον δυτικό Ειρηνικό, πέρα από την "πρώτη αλυσίδα νησιών”, που αποβλέπει στην ανάσχεση του ναυτικού της.
Η "πρώτη αλυσίδα νησιών”, που περιλαμβάνει την Ιαπωνία, την Ταϊβάν και τις Φιλιππίνες, είναι μία από τις τρεις γραμμές άμυνας των νησιών του Ειρηνικού που έχουν δημιουργήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες, με στόχο τον περιορισμό των ναυτικών δραστηριοτήτων της Κίνας.
Το κινεζικό ναυτικό, το μεγαλύτερο στον κόσμο σε αριθμό σκαφών, ανέπτυξε τα αεροπλανοφόρα CNS Liaoning και CNS Shandong στην ανατολική πλευρά της πρώτης αλυσίδας νησιών ταυτόχρονα για πρώτη φορά το Σαββατοκύριακο, αμφισβητώντας τη ναυτική κυριαρχία των ΗΠΑ στην περιοχή.
Το τρέχον δασμολογικό μπρα-ντε-φερ ΗΠΑ και Κίνας, που επιχειρείται να επιλυθεί με διμερείς διαπραγματεύσεις, δεν είναι το μόνο ζήτημα στη διμερή ατζέντα, ούτε και το μόνο στο οποίο το Πεκίνο προχωρά σε επίδειξη αποφασιστικότητας.