Ο Leonard Lauder, ο άνθρωπος που μετέτρεψε την Estée Lauder σε έναν από τους μεγαλύτερους κολοσσούς καλλυντικών παγκοσμίως και συγκαταλεγόταν στους πλουσιότερους Νεοϋορκέζους, απεβίωσε σε ηλικία 92 ετών. Σύμφωνα με ανακοίνωση της εταιρείας, ο Lauder πέθανε στις 14 Ιουνίου, περιβαλλόμενος από την οικογένειά του, όπως σημειώνει σε ρεπορτάζ του το πρακτορείο Bloomberg.
Κατά τη διάρκεια σχεδόν 40 ετών στην ηγεσία της εταιρείας με έδρα τη Νέα Υόρκη — την οποία ίδρυσαν οι γονείς του — ο Lauder ήταν υπεύθυνος για την έναρξη ή την εξαγορά γνωστών brands όπως Clinique, Aveda, MAC Cosmetics, Tom Ford Beauty, Bobbi Brown, Jo Malone London και La Mer. Το 1995 οδήγησε την Estée Lauder στο χρηματιστήριο, με τη μετοχή της να σημειώνει άνοδο 33% την πρώτη ημέρα διαπραγμάτευσης.
Έμεινε επίσης γνωστός για τη θεωρία του ότι οι πωλήσεις κραγιόν λειτουργούν ως αντικυκλικός οικονομικός δείκτης — δηλαδή αυξάνονται σε περιόδους ύφεσης, όταν οι γυναίκες στρέφονται σε πιο προσιτά είδη πολυτελείας.
Όταν ο Leonard Lauder μπήκε στην οικογενειακή επιχείρηση το 1958, ο ετήσιος τζίρος ανερχόταν σε περίπου 800.000 δολάρια. Όταν αποχώρησε από τη θέση του προέδρου το 2009, τα έσοδα ξεπερνούσαν τα 7,3 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η καθαρή του περιουσία συνδεόταν κυρίως με τα περισσότερα από 80 εκατομμύρια μετοχές που κατείχε στην εταιρεία. Σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index, η περιουσία του ανερχόταν στα 26,2 δισ. δολάρια τον Μάρτιο του 2023, ενώ τον Ιούνιο του 2025 είχε μειωθεί σε περίπου 15,6 δισ. δολάρια λόγω παρατεταμένης πτώσης της μετοχής.
Ο μικρότερος αδελφός του, Ronald Lauder, είχε αναλάβει τις διεθνείς δραστηριότητες της εταιρείας προτού γίνει πρόεδρος της Clinique Laboratories το 1994. Υπήρξε επίσης πρέσβης των ΗΠΑ στην Αυστρία (1986–87) και υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών στη δημαρχία της Νέας Υόρκης το 1989, όπου έχασε από τον Ρούντολφ Τζουλιάνι.
Στρατηγική διαφοροποίησης
Η Estée Lauder διακινεί πάνω από 25 brands καλλυντικών, αρωμάτων και προϊόντων περιποίησης σε περισσότερες από 150 χώρες. Όπως είχε πει το 2004 σε φοιτητές του Stanford, ένα από τα "μυστικά" της επιτυχίας ήταν η διατήρηση ξεχωριστής ταυτότητας για κάθε brand, ενισχύοντας έναν δημιουργικό "αδελφικό ανταγωνισμό".
Άλλος σημαντικός παράγοντας, σύμφωνα με συνέντευξή του στη Wall Street Journal το 2020, ήταν η πρόσληψη ικανών γυναικών σε ηγετικές θέσεις. "Προσπαθούσα να βρω ανθρώπους εξυπνότερους από εμένα", είχε πει. "Οι περισσότεροι εξ αυτών ήταν γυναίκες".
Ο Leonard Alan Lauder γεννήθηκε στις 19 Μαρτίου 1933 στη Νέα Υόρκη, πρωτότοκος γιος των Joseph Lauter και Josephine Esther Mentzer.
Η Estée Lauder ως εταιρεία ξεκίνησε από την επιχειρηματικότητα της μητέρας του - κόρης εβραίων μεταναστών από την Ανατολική Ευρώπη - η οποία άρχισε να φτιάχνει και να πουλά ενυδατικά προϊόντα και concealer ήδη από τη δεκαετία του 1930. Το όνομα "Estée” ήταν μια επιμελημένα γαλλική εκδοχή του παρατσουκλιού της "Esty”, και το "Lauder” μια παραλλαγή του "Lauter”.
Σταθερή ανάπτυξη με επιλεκτικές συνεργασίες
Οι γονείς του χώρισαν το 1939, επανενώθηκαν το 1942 και ίδρυσαν την εταιρεία τους το 1946. Ένα χρόνο αργότερα εξασφάλισαν την πρώτη σημαντική παραγγελία — αξίας 800 δολαρίων — από το Saks Fifth Avenue.
Ο Leonard σπούδασε στο Wharton School του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, από όπου αποφοίτησε το 1954, και υπηρέτησε στο Αμερικανικό Ναυτικό ως ανθυποπλοίαρχος. Το 1960 ηγήθηκε της πρώτης διεθνούς επέκτασης της εταιρείας, με την έναρξη λειτουργίας σε κατάστημα του Harrods στο Λονδίνο.
Ο ίδιος αναγνώριζε τη στρατηγική οξυδέρκεια της μητέρας του, που εστίασε την Estée Lauder αποκλειστικά στα πολυτελή πολυκαταστήματα, αποφεύγοντας τα ευρείας κατανάλωσης κανάλια διανομής. "Όσο λιγότερα καταστήματα έχουμε, τόσο καλύτερα πάμε", είχε δηλώσει στους New York Times το 1982.
Υπήρξε πρόεδρος της εταιρείας από το 1972 έως το 1995, διευθύνων σύμβουλος από το 1982 έως το 1999, και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου μέχρι το 2009, οπότε και ανέλαβε πρόεδρος ο γιος του, William Lauder. Παρέμεινε μέλος του Δ.Σ. μέχρι το 2023.
Τέχνη και φιλανθρωπία
Λάτρης της τέχνης, δώρισε στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης μια συλλογή κυβιστικής τέχνης αξίας άνω του 1 δισ. δολαρίων. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος του Whitney Museum of American Art, το οποίο ονόμασε το νέο του κτίριο προς τιμήν του.
Μαζί με τον αδελφό του, ίδρυσε το Alzheimer’s Drug Discovery Foundation, λόγω της ασθένειας που ταλαιπώρησε τη μητέρα τους.
Απέκτησε δύο γιους, τον Gary και τον William, με την πρώτη του σύζυγο Evelyn Hausner, η οποία απεβίωσε το 2011 και υπήρξε συνιδρύτρια του Breast Cancer Research Foundation. Το 2015 παντρεύτηκε τη φωτογράφο Judy Glickman.