Από NEWSROOM σε Πέμπτη, 24 Απριλίου 2025
Κατηγορία: ΚΟΣΜΟΣ

Νέες αμερικανικές χρεώσεις λιμένων: Υποχώρηση ή βαθύτερη ρήξη με την παγκόσμια ναυτιλία;

Του Γιώργου Σ. Σκορδίλη

Η απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να επιβάλει νέες λιμενικές χρεώσεις με στόχο -σχεδόν ονομαστικά- την Κίνα, έχει ήδη δημιουργήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη. Παρά την αιφνίδια ρητορική αποκλιμάκωσης από τον Ντόναλντ Τραμπ, οι αγορές δεν φαίνεται να πείθονται: η εμπιστοσύνη στην εμπορική στρατηγική των ΗΠΑ έχει πληγεί – και ίσως ανεπανόρθωτα.

Όπως είχε ανακοινωθεί από το Γραφείο του Αμερικανού Αντιπροσώπου Εμπορίου (USTR), τα νέα τέλη λιμένος θα εφαρμοστούν από τον Οκτώβριο του 2025, με τιμές που κυμαίνονται από 18 έως 33 δολάρια/τόνο ή 120 έως 250 δολάρια/container μέχρι το 2028. Οι μεταφορείς οχημάτων θα χρεώνονται με 150 δολάρια ανά ceu, ανεξαρτήτως προέλευσης ή σημαίας.

Το πλαίσιο εξαιρεί μικρά πλοία, κοντινά δρομολόγια, bulkers άνευ φορτίου που καταφθάνουν για εξαγωγές, και πλοία κάτω των 4.000 teu. Παρά τις εξαιρέσεις, η στοχοποίηση κινεζικών εταιρειών είναι προφανής: οι κινεζικοί πλοιοκτήτες αντιμετωπίζουν υψηλότερες χρεώσεις από όλους, ξεκινώντας από 50 δολ./τόνο και φθάνοντας τα 140 δολάρια μέχρι το 2028.

Η ρητορική της υποχώρησης και η απώλεια αξιοπιστίας

Στο φόντο της κριτικής και της αναστάτωσης, ο Πρόεδρος Τραμπ δήλωσε πως οι δασμοί που ξεπερνούν το 145% είναι "υπερβολικοί" και θα μειωθούν "σημαντικά".

"Δεν θα παραμείνουν εκεί. Θα πέσουν αισθητά, αλλά δεν θα μηδενιστούν", ανέφερε χαρακτηριστικά, αφήνοντας περιθώρια για μερική αποκλιμάκωση της εμπορικής σύγκρουσης.

Την ίδια γραμμή ενίσχυσε και ο Υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, χαρακτηρίζοντας τον εμπορικό πόλεμο "μη βιώσιμο" και προαναγγέλλοντας μια πιο "ισορροπημένη" προσέγγιση. Παρ’ όλα αυτά, το μήνυμα δεν φάνηκε να πείθει τις αγορές.

Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους: Σύμφωνα με την project44, οι "blank sailings” – ακυρώσεις προγραμματισμένων αναχωρήσεων container ships από την Κίνα προς τις ΗΠΑ – έχουν διπλασιαστεί προς την ανατολική ακτή και αυξηθεί κατά 31% προς τη δυτική, από τότε που τέθηκαν σε εφαρμογή οι νέοι δασμοί τον Φεβρουάριο.

Η δυναμική αποστροφή των ναυτιλιακών εταιρειών από το εμπόριο με τις ΗΠΑ αποτυπώνει τη βαθύτερη, και πιο ανησυχητική, πραγματικότητα: η εμπιστοσύνη στη συνέπεια της αμερικανικής πολιτικής έχει διαρραγεί.

Στην Ocean Alliance (COSCO, OOCL, CMA CGM, Evergreen) ήδη συζητείται εσωτερική ανακατανομή ρόλων: οι δυτικοί εταίροι ίσως αναλάβουν τα δρομολόγια προς ΗΠΑ, μεταφέροντας τους κινεζικούς παίκτες σε δευτερεύοντες άξονες.

Ταυτόχρονα, Ευρωπαίοι πλοιοκτήτες -όπως οι Γερμανοί- εκφράζουν δημόσια δυσφορία. Ο Martin Kröger της German Shipowners’ Association έγραψε χαρακτηριστικά: "Περισσότερο κόστος. Περισσότερες τριβές. Περισσότερα πολιτικά παιχνίδια, με εμπόρους και καταναλωτές ως παράπλευρες απώλειες".

Από την πλευρά της, η Παγκόσμια Ένωση Πλοιοκτητών (WSC) προειδοποιεί ότι τα νέα τέλη "θα αποδυναμώσουν το παγκόσμιο εμπόριο και θα αυξήσουν τις τιμές για τους Αμερικανούς πολίτες, χωρίς να αναβιώσουν ουσιαστικά τη ναυπηγική βιομηχανία των ΗΠΑ". Νομικά, εκκρεμεί η διερεύνηση αν τέτοιες επιβαρύνσεις συνάδουν με τις προβλέψεις του εμπορικού δικαίου των ΗΠΑ.

Πεκίνο: Κατά μέτωπο "επίθεση"

Το Πεκίνο απαντά με μετωπική αντίδραση, καταγγέλλοντας "μονόπλευρες, μη-αγορακεντρικές πρακτικές". Η COSCO κάνει λόγο για "διαταραχή του φυσιολογικού πλαισίου λειτουργίας της παγκόσμιας ναυτιλίας". Στο Χονγκ Κονγκ, πλοιοκτήτες επανεξετάζουν τη σημαία τους. Οι συμμαχίες ανασχηματιζονται. Τα πλοία αλλάζουν ρότες. Οι δίαυλοι εμπορίου αναπροσαρμόζονται.

Και στη μέση όλων αυτών, το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό: όταν η πολιτική εργαλειοποιεί τη ναυτιλία, πόσο ανθεκτική μπορεί να μείνει η παγκόσμια αγορά απέναντι σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης αβεβαιότητας;