Το καταναλωτικό κλίμα ΗΠΑ υποχώρησε σχεδόν σε χαμηλό πενταετίας τον Απρίλιο, καθώς οι αυξανόμενες ανησυχίες για τους δασμούς επιβάρυναν τις προοπτικές της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο.
Ειδικότερα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης μειώθηκε κατά 7,9 μονάδες στο 86,0 αυτό το μήνα, το χαμηλότερο επίπεδό του από τον Μάιο του 2020. Οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters είχαν προβλέψει ότι ο δείκτης θα διολισθήσει στο 87,5.
Εξ άλλου, ο δείκτης που εστιάζει στην αξιολόγηση των καταναλωτών για τις τρέχουσες συνθήκες στις επιχειρήσεις και την αγορά εργασίας, μειώθηκε κατά 0,9 μονάδες στο 133,5.
Ο δείκτης προσδοκιών, που βασίζεται στις βραχυπρόθεσμες προοπτικές των καταναλωτών για τα εισοδήματα, τις επιχειρήσεις και τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, διολίσθησε κατά 12,5 μονάδες στο 54,4 - το χαμηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2011 και πολύ κάτω από το ψυχολογικό όριο του 80, που συνήθως σηματοδοτεί μια επερχόμενη ύφεση.
"Η καταναλωτική εμπιστοσύνη μειώθηκε για πέμπτο συνεχόμενο μήνα τον Απρίλιο, πέφτοντας σε επίπεδα που έχουν να παρατηρηθούν από την έναρξη της πανδημίας COVID", δήλωσε η οικονομολόγος Stephanie Guichard του Conference Board.
Όπως μεταδίδει το Reuters, η κυβέρνηση αναμένεται να αναφέρει την Τετάρτη ότι η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε απότομα το α' τρίμηνο, εν μέσω αύξησης των εισαγωγών, καθώς οι επιχειρήσεις έσπευσαν να εισάγουν αγαθά για να αποφύγουν το υψηλότερο κόστος από τους επερχόμενους δασμούς.
Οι καταναλωτικές δαπάνες πιθανόν να επιβραδύνθηκαν σημαντικά, με βασικό εμπόδιο τον υψηλό πληθωρισμό, καθώς και τις ανησυχίες για τον αντίκτυπο των δασμών στην οικονομία, οι οποίες ώθησαν ορισμένα νοικοκυριά να περιορίσουν την κατανάλωση για να προστατεύσουν τις αποταμιεύσεις τους.
Το αμερικανικό ΑΕΠ πιθανότατα αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 0,3% το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου, στο χαμηλότερο επίπεδο από το δεύτερο τρίμηνο του 2022, σύμφωνα με έρευνα του Reuters.