Βρισκόμαστε στο 2027 και έχει ξεσπάσει μια σοβαρή παγκόσμια σύγκρουση. Είτε η Κίνα επιχειρεί εισβολή στην Ταϊβάν είτε ρωσικά στρατεύματα έχουν περάσει σε έδαφος ανατολικοευρωπαϊκής χώρας του ΝΑΤΟ, η κατάσταση είναι έκρυθμη.
Ο Τζάστιν Κραμπ έχει αναλάβει να συμβουλεύει μεγάλες επιχειρήσεις για τον τρόπο αντίδρασης σε αυτές τις εξελίξεις. Με την ένταση να αυξάνεται, όλο και περισσότεροι CEOs τον έχουν ως άμεση επαφή.
Ο πρώην διοικητής τεθωρακισμένων του στρατού και νυν διευθυντής της εταιρείας πληροφοριών και ασφάλειας Sibylline αναφέρει ότι οι πελάτες του κυμαίνονται από κορυφαία βρετανική αλυσίδα σούπερ μάρκετ μέχρι τεχνολογικούς κολοσσούς της Silicon Valley, τονίζει σε σχετικό ρεπορτάζ του ο βρετανικός Telegraph.
Όλοι προετοιμάζουν σχέδια για να συνεχίσουν τη λειτουργία τους σε περίπτωση πολέμου, ενώ ο ίδιος είναι ειλικρινής: η πιθανότητα μιας παγκόσμιας σύγκρουσης είναι πολύ κοντά, ίσως σε δύο χρόνια.
"Ζούμε σε έναν κόσμο πιο επικίνδυνο και ασταθή από κάθε άλλη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο", εξηγεί. Υπάρχουν πολλαπλές κρίσεις έτοιμες να ξεσπάσουν ανά πάσα στιγμή.
Οι CEOs επιθυμούν να δοκιμάσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα σε σενάρια πολέμου, επειδή θεωρούν ότι είναι ρεαλιστικά και θέλουν να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους σε τέτοιο περιβάλλον.
Ο Κραμπ απαριθμεί μια σειρά από εστίες διεθνούς έντασης που μπορεί να πυροδοτήσουν μια παγκόσμια κρίση: από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, τις απειλές της Κίνας για την Ταϊβάν, τις βλέψεις του Πούτιν στην Ουκρανία και πέραν αυτής, μέχρι την απόρριψη από τον Ντόναλντ Τραμπ της διεθνούς τάξης βασισμένης σε κανόνες μετά τον Β’ Παγκόσμιο.
Η χρονιά 2027 θεωρείται ως η στιγμή μέγιστου κινδύνου, καθώς όλα τα παραπάνω ζητήματα ενδέχεται να συμπέσουν.
Οι ενδιάμεσες βουλευτικές εκλογές στις ΗΠΑ και οι κοινωνικές αναταράξεις που θα ακολουθήσουν, οι οικονομικές επιπτώσεις από τις παρούσες διαταραχές, και η αργή αλλαγή στην αμυντική στάση της Ευρώπης δημιουργούν ένα εκρηκτικό περιβάλλον.
Οι ηγέτες όπως ο Πούτιν και ο Σι Τζινπίνγκ το γνωρίζουν καλά και ενδέχεται να επιλέξουν να δράσουν πριν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ενισχύσουν πλήρως τις ένοπλες δυνάμεις τους το 2030.
Η Βρετανία και το ΝΑΤΟ έχουν προγραμματίσει μεγάλες στρατιωτικές ασκήσεις το 2027, με τον αμερικανικό στρατό να στοχεύει να βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα εκείνης της χρονιάς.
Γι' αυτό, σύμφωνα με τον Κραμπ, οι επιχειρήσεις οφείλουν να ακολουθήσουν την ίδια προσέγγιση και να προετοιμαστούν.
Το βρετανικό κράτος έχει ήδη θεσπίσει την Εθνική Επιτροπή Ετοιμότητας, με σκοπό την καλύτερη προετοιμασία απέναντι σε φυσικές καταστροφές, διακοπές ρεύματος, κυβερνοεπιθέσεις ή πολέμους.
Συστήνει στους πολίτες να διατηρούν αποθέματα τροφίμων και νερού τουλάχιστον για τρεις ημέρες, μαζί με βασικά είδη όπως φακούς χειρός, φορητές μπαταρίες, ραδιόφωνα, απολυμαντικά και φαρμακείο πρώτων βοηθειών.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αποδείξει πόσο εύκολα η ζωή μπορεί να διαταραχθεί από μεγάλες κρίσεις, όπως η πανδημία, τα πραξικοπήματα στην Αφρική, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η αστάθεια στη Μέση Ανατολή.
Παράλληλα, η Βρετανία ανανεώνει μυστικά παλαιά σχέδια έκτακτης ανάγκης για πιθανή άμεση ρωσική στρατιωτική επίθεση, ενόψει των ανησυχιών για έλλειψη προετοιμασίας.
Όλα αυτά οδηγούν τις μεγάλες επιχειρήσεις στο συμπέρασμα ότι η "μόνιμη κρίση" έχει γίνει ο νέος κανόνας.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι δυτικές κυρώσεις στην Ρωσία ανάγκασαν εταιρείες να επιλέξουν αν θα περιορίσουν τη λειτουργία τους στη Ρωσία, θα πουλήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία ή θα αποχωρήσουν ολοκληρωτικά.
Ο Κραμπ θυμάται πως προειδοποίησε έναν πελάτη, μεγάλη ενεργειακή εταιρεία, πριν από την ρωσική εισβολή το 2022, ότι η κατάσταση θα ήταν πολύ πιο σοβαρή απ’ ό,τι πολλοί πίστευαν. Τελικά, οι πελάτες του τον άκουσαν και απομάκρυναν το προσωπικό τους, κάτι που αποδείχθηκε σωτήριο.
Παρά το γεγονός ότι μεγάλα τμήματα της Ουκρανίας παραμένουν ενεργό πεδίο μάχης, η ζωή και οι επιχειρήσεις συνεχίζουν υπό δύσκολες συνθήκες.
Στην περίπτωση μιας βρετανικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ, για παράδειγμα, η πρώτη ερώτηση είναι πόσο βαθιά θα εμπλακεί το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς η υποστήριξη προς τις ΗΠΑ πιθανώς θα σημαίνει απαγόρευση εισαγωγών από την Κίνα.
Αυτό έχει άμεσες συνέπειες στις εφοδιαστικές αλυσίδες και στην εύρυθμη λειτουργία τους.
Επιπλέον, όπως έδειξε πρόσφατη κυβερνοεπίθεση στη Marks & Spencer, οι επιθέσεις στο ψηφιακό δίκτυο αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για τις επιχειρήσεις σε περίπτωση πολέμου με Κίνα ή Ρωσία.
Ο Κραμπ τονίζει πως το μεγαλύτερο πρόβλημα για έναν λιανοπωλητή δεν είναι τόσο η μεταφορά προϊόντων, αλλά η λειτουργία των συστημάτων του. Αν δεν μπορεί να γίνεται πληρωμή στα ταμεία ή να εντοπιστεί το απόθεμα λόγω συστημικής βλάβης, η επιχείρηση αδυνατεί να λειτουργήσει.
Σε περίπτωση εμπλοκής του Ηνωμένου Βασιλείου σε πόλεμο, αναμένεται σημαντική έλλειψη προσωπικού, καθώς οι έφεδροι θα κληθούν σε υπηρεσία και ενδέχεται να κινητοποιηθεί το "στρατηγικό απόθεμα" βετεράνων.
Υπάρχουν περίπου 32.000 εθελοντές έφεδροι και πολλοί ακόμη τακτικοί έφεδροι, οι οποίοι είναι ήδη εκπαιδευμένοι και έτοιμοι να κληθούν.
Ωστόσο, η πλήρης επιστράτευση θα προκαλούσε σημαντικές αναταράξεις στην κοινωνία και στην οικονομία, καθώς π.χ. οι υπηρεσίες υγείας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS).
Η εμπειρία από τους πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν δείχνει τις επιπτώσεις από την κινητοποίηση του προσωπικού.
Σε περίπτωση πολέμου, η έλλειψη προϊόντων στα σούπερ μάρκετ, όπως αυτή που παρατηρήθηκε στην πανδημία του Covid-19, θα μπορούσε να επιστρέψει με μεγαλύτερη ένταση.
Οι περιορισμοί στην ποσότητα βασικών αγαθών, η διαταραχή στην παραγωγή και διανομή τροφίμων, η δυσκολία στις πληρωμές και η γενικότερη αναστάτωση στις αλυσίδες εφοδιασμού θα είναι σοβαρά ζητήματα.
Ο Κραμπ επισημαίνει ότι ο σημερινός τρόπος λειτουργίας των αλυσίδων βασίζεται σε "just in time" συστήματα που δεν έχουν ποτέ δοκιμαστεί σε συνθήκες πολέμου.
Αναφέρεται επίσης στα πρόσφατα μπλακάουτ στην Ισπανία και την Πορτογαλία, όπου ηλεκτρονικά κλειδωμένα φορτηγά με τρόφιμα δεν μπορούσαν να ξεκλειδωθούν λόγω διακοπών ρεύματος.
Αυτή η "ψευδαίσθηση κανονικότητας" είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο που επιχειρεί να αντιμετωπίσει ο Κραμπ, καθώς η ανθρωπότητα τείνει να αγνοεί την πιθανότητα ακραίων γεγονότων θεωρώντας πως όλα θα επανέλθουν στην προηγούμενη κατάσταση.
Επισημαίνει πως επιχειρηματίες, στρατιωτικοί και πολιτικοί έχουν μεγαλώσει σε μια περίοδο ειρήνης και κανόνων - και δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα.
Ο ίδιος πιστεύει ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να συνηθίσουν να εξετάζουν ακόμα και τα πιο απίθανα σενάρια.
Παλαιότερα, οι ηγέτες απέφευγαν να κάνουν ασκήσεις κρίσεων γιατί φοβόντουσαν την αποτυχία και τις συνέπειες στην καριέρα τους.
Ωστόσο, όπως τονίζει, ο σκοπός των ασκήσεων είναι να αποτύχεις με ασφάλεια, προετοιμάζοντας την επιχείρηση για το απρόβλεπτο.
Αυτή τη στιγμή, το απρόβλεπτο είναι πιο πιθανό από ποτέ, καταλήγει το ρεπορτάζ.