Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος είναι σε τροχιά να ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος της δεκαετίας, σκαρφαλώνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από το 1948, λίγο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, προειδοποιεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην τελευταία έκθεση του Fiscal Monitor που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.
Το αυξανόμενο κόστος για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέος ασκεί πιέσεις στους κρατικούς προϋπολογισμούς, την ίδια στιγμή που η εικόνα επιδεινώνεται από τη ραγδαία αύξηση των αμυντικών δαπανών και τη γήρανση του πληθυσμού, τονίζει το ΔΝΤ.
"Έχοντας ως αφετηρία τα ήδη πολύ υψηλά ελλείμματα και χρέη, η επιμονή οι δαπάνες να ξεπερνούν τα φορολογικά έσοδα θα ωθήσει το χρέος σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα, απειλώντας τη βιωσιμότητα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα", τονίζει στην έκθεση του το Ταμείο.
Ο επικεφαλής του Ταμείου για θέματα δημοσιονομικής διαχείρισης Vitor Gaspar προειδοποίησε μάλιστα ότι σε ένα "αρνητικό, αλλά πιθανό σενάριο" το παγκόσμιο χρέος μπορεί να εκτροχιαστεί, φτάνοντας το 123% του ΑΕΠ το 2029, πλησιάζοντας το ιστορικό υψηλό του 132% που σημείωσε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
"Η πιο ανησυχητική κατάσταση θα ήταν ένα σενάριο χρηματοοικονομικής αναταραχής", ανέφερε ο ίδιος επικαλούμενος την χθεσινή έκθεση του ΔΝΤ για τον κίνδυνο μιας "άτακτης" διόρθωσης στις παγκόσμιες αγορές. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν αρνητικό καταστροφικό κύκλο για τα δημοσιονομικά, όπως το 2010 όταν στην Ευρώπη ξέσπασε η κρίση του κρατικού χρέους.
Το Ταμείο σημειώνει παράλληλα ότι έχει τελειώσει η περίοδος του φθηνού δανεισμού μεταξύ της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης και της πανδημίας της Covid-19, με το κόστος εξυπηρέτησης να επιβαρύνει ήδη τους κρατικούς προϋπολογισμούς.
"Τα επιτόκια έχουν αυξηθεί σημαντικά στις παγκόσμιες αγορές και υπάρχει πολύ υψηλή αβεβαιότητα για τη μελλοντική τους πορεία", τονίζει.
Προσθέτει ότι ένα "μεγάλο μέρος" των δημόσιων δαπανών κατευθύνεται στην πληρωμή μισθών, καταλαμβάνοντας κατά μέσο όρο το 25% των δαπανών στις προηγμένες οικονομίες και το 28% στις αναδυόμενες. "Οι δαπάνες για τις συντάξεις, την Παιδεία, την Υγεία και τους μισθούς τείνουν να είναι επίμονες. Η σύνδεση των ηλικιών συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής μπορεί να περιορίσει την ακαμψία των δαπανών και να βελτιώσει τη βιωσιμότητα των συντάξεων, ιδίως στις προηγμένες οικονομίες. Οι σταδιακές μεταρρυθμίσεις, χρονικά προσαρμοσμένες σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης και σε συνδυασμό με πολιτικές αναδιανομής, μπορούν να μετριάσουν την αντίσταση από κατεστημένα συμφέροντα", σημειώνει.