Του Κώστα Ράπτη
Συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός η Λωρίδα της Γάζας έχει ξαναδεί στο παρελθόν – και δη στην τελευταία αιματηρή διετία. Λ.χ. τη συμφωνία που ίσχυσε από τις 19 Ιανουαρίου μέχρι τις 18 Μαρτίου και οδήγησε σε οκτώ γύρους ανταλλαγής Ισραηλινών ομήρων και Παλαιστινίων κρατουμένων, μέχρι να τερματισθεί μονομερώς από το Ισραήλ.
Αλλά και ειρηνευτικές συμφωνίες με στόχο την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος έχουν επανειλημμένα έρθει στο προσκήνιο. Η ίδια η ύπαρξη της Παλαιστινιακής Αρχής οφείλεται στην κυριότερη από αυτές: τη "διαδικασία του Όσλο”, η οποία διόλου τυχαία συνέπεσε με την εντατικοποίηση του εποικισμού και κατακερματισμού των κατεχομένων εδαφών, προσφέροντας στο Ισραήλ μια δεκαετία σχετικής ηρεμίας, ώστε να αντιστρέψει τη διπλωματική απονομιμοποίησή του και να ενσωματώσει ένα εκατομμύριο νέους πολίτες, προερχόμενους από την πρώην Σοβιετική Ένωση.
Το σχέδιο που παρουσίασαν από κοινού οι Ντόναλντ Τραμπ και Βενιαμίν Νετανιάχου είναι ασαφές εάν εντάσσεται στην πρώτη ή τη δεύτερη κατηγορία: προβλέπει ρυθμίσεις εκτεινόμενες σε απροσδιόριστο χρονικό ορίζοντα, που θα αλλάξουν τη μορφή της Λωρίδας της Γάζας, χωρίς αναφορά σε μία τελική προοπτική, τουλάχιστον συμβατή με τη διεθνή συναίνεση, όπως αυτή αποτυπώνεται λ.χ. στις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου και της Γενικής Συνέλευσης για τερματισμό της κατοχής και του αποκλεισμού και προώθηση μιας "λύσης δύο κρατών”.
Για την ακρίβεια, μια τέτοια προοπτική απομακρύνεται ακόμη περισσότερο, στον βαθμό που κατά το σχέδιο Τραμπ η τύχη της Γάζας αποσυνδέεται από αυτήν της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη, ενώ αποσιωπάται το θεμέλιο μιας μόνιμης λύσης, ήτοι το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην αυτοδιάθεση.