Επί δεκαετίες οι πολέμιοι της αμερικανικής δημόσιας ραδιοτηλεόρασης επιδίωκαν τον οικονομικό στραγγαλισμό της, αν όχι και την πλήρη κατάργησή της. Μέχρι πρότινος δεν είχαν καταφέρει να πετύχουν τον στόχο τους. "Ο Ρίτσαρντ Νίξον το προσπάθησε, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν το προσπάθησε, ο Ντόναλντ Τραμπ το είχε προσπαθήσει στην πρώτη θητεία στον Λευκό Οίκο" επισημαίνει το CNN. Επιστρέφοντας στον Λευκό Οίκο ο Τραμπ είχε εκφράσει εξαρχής την πρόθεσή του να εξημερώσει το "ακροαριστερό τέρας", όπως του αρέσει να αποκαλεί τη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Τελικά την Παρασκευή η Βουλή των Αντιπροσώπων υπερψήφισε, μετά τη Γερουσία, ένα αμφιλεγόμενο πακέτο εξοικονόμησης 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την αναπτυξιακή βοήθεια των ΗΠΑ, αλλά και τα δημόσια ΜΜΕ. Περικοπές 1,1 δις αφορούν την Εταιρεία Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης (CPB), που χρηματοδοτεί το Εθνικό Δημόσιο Ραδιόφωνο (NPR), τη Δημόσια Ραδιοφωνική Υπηρεσία (PBS), καθώς και περισσότερους από 1.500 τοπικούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Όλα αυτά μόλις λίγους μήνες μετά την απόφαση Τραμπ να αναστείλει τη χρηματοδότηση της Φωνής της Αμερικής (VOA).
Το σχέδιο Τραμπ εγκρίθηκε πάντως με εξαιρετικά ισχνή πλειοψηφία, καθώς μόλις 216 βουλευτές ψήφισαν υπέρ και 213 κατά. "Είναι μία σκοτεινή μέρα για την Αμερική" λέει ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ.
Πολλοί Ρεπουμπλικανοί είχαν εκφράσει αντιρρήσεις και απειλούσαν να καταψηφίσουν το αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο, αλλά ο Τραμπ είχε ξεκαθαρίσει ότι στο μέλλον δεν πρόκειται να στηρίξει "οποιονδήποτε Ρεπουμπλικανό" θα έδινε την ψήφο του "για να συνεχίσει να λειτουργεί αυτό το τέρας".
"Ένα τεράστιο πλήγμα"
Για πρώτη φορά από την ίδρυσή της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, το 1967, ο προϋπολογισμός της ουσιαστικά εκμηδενίζεται. Το χειρότερο είναι ότι πρόκειται για κονδύλια που είχαν ήδη εγκριθεί και επρόκειτο να εκταμιευθούν στα επόμενα δύο χρόνια- κατά συνέπεια πολλοί ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί είχαν καταρτίσει τον προϋπολογισμό τους βασισμένοι στη συγκεκριμένη χρηματοδότηση- αλλά τώρα ανακαλούνται εκ των υστέρων. Είναι και αυτό κάτι που δεν έχει συμβεί επί δεκαετίες, σημειώνει το πρακτορείο AFP.