Του Κώστα Ράπτη
Η αποπομπή αντιπροσωπείας της Ε.Ε. αποτελούμενης από έναν επίτροπο της Κομισιόν και τρεις υπουργούς κρατών-μελών (Ελλάδας, Ιταλίας και Μάλτας), που κατηγορήθηκαν για "παράνομη είσοδο” και χαρακτηρίστηκαν ανεπιθύμητα πρόσωπα, συνιστά κίνηση δίχως προηγούμενο, ενδεικτική της μείωσης του ειδικού βάρους των "27” ακόμη και στα θέματα της γειτονιάς τους. Το ότι το διέπραξε αυτό ο ισχυρός άνδρας της Λιβύης, στρατάρχης Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος δεν ηγείται αναγνωρισμένης κυβέρνησης και δεν ελέγχει το σύνολο της χώρας, καθιστά το τραύμα στο κύρος της Ε.Ε. ακόμη μεγαλύτερο.
Ιδιαίτερα πικρή γεύση αφήνει η υπόθεση αυτή στην Αθήνα, καθώς το αντικείμενο της επίσκεψης της κοινοτικής αντιπροσωπείας, αρχικά στην Τρίπολη και κατόπιν στη Βεγγάζη της Λιβύης, ήταν η αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών, σε μία συγκυρία που αυξάνονται αυτές με προορισμό την Κρήτη και ενώ πριν από λίγα 24ωρα είχε επισκεφθεί τον Χάφταρ ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης.
Υπενθυμίζεται ότι μέχρι πρότινος ο Χάφταρ, ο οποίος κατά το παρελθόν είχε γίνει δεκτός και στην Αθήνα, αποτελούσε την όχι και τόσο κρυφή ελπίδα της ελληνικής πλευράς να αποκτήσει κάποιον λόγο στα λιβυκά πράγματα, αν όχι και να ανατρέψει το ευφάνταστο τουρκο-λιβυκό μνημόνιο που συνεπέγραψε η κυβέρνηση της Τρίπολης για την οριοθέτηση θαλάσσιων δικαιοδοσιών στη Μεσόγειο.
Η εμπλοκή με την κοινοτική αντιπροσωπεία προέκυψε λόγω της επιμονής του Χάφταρ να συναντήσει τους Ευρωπαίους επισκέπτες με όλο το υπουργικό συμβούλιό του, κίνηση την οποία οι Βρυξέλλες δεν επέτρεψαν, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση. Αλλά ήταν η ευρωπαϊκή πλευρά που είχε ούτως ή άλλως την πρωτοβουλία της επίσκεψης – γεγονός δηλωτικό της αμηχανίας ή της προχειρότητάς της.
Ο Χάφταρ εμφανίστηκε προσβεβλημένος για το γεγονός ότι είχε προηγηθεί συνάντηση της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας με την ανταγωνιστική, πλην διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης. Βαθύτερα, όμως, το παιχνίδι του αποβλέπει στην απόσπαση μεγαλύτερων πολιτικών και οικονομικών ανταλλαγμάτων, σε μία συγκυρία κατά την οποία ο συσχετισμός έχει τροποποιηθεί υπέρ του.
Η σύγκρουση των δύο ανταγωνιστικών αρχών που μετά την πτώση του Καντάφι το 2011 εδρεύουν αντιστοίχως στην ανατολική και δυτική Λιβύη είχε, ως γνωστόν, λάβει δραματικά χαρακτηριστικά με την προέλαση του Χάφταρ το 2019 προς κατάληψη της Τρίπολης, ενθαρρυμένος από τη στήριξη που του προσέφεραν η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Ρωσία. Κύριος αρωγός της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης εμφανίστηκε τότε η Τουρκία, εξ ου και η ανταπόδοση ήρθε με τη μορφή του τουρκο-λιβυκού μνημονίου.
Επρόκειτο για άλλη μία τοπική εκδήλωση της περιφερειακής αναμέτρησης ανάμεσα στο δίδυμο Τουρκίας-Κατάρ, που είχε "υιοθετήσει” τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, και των δυνάμεων που την αντιμάχονταν (κατεξοχήν τα ΗΑΕ και η Αίγυπτος), σε διαπλοκή με τον ανταγωνισμό Γαλλίας και Ιταλίας για την προβολή ισχύος στη Μεσόγειο. Όμως έκτοτε έχουν αλλάξει πολλά.
Στην παρούσα φάση, ο Χάφταρ έχει ενισχυθεί από την εμβάθυνση των δεσμών του με τη Ρωσία (σε μία συγκυρία κατά την οποία Αίγυπτος και ΗΑΕ φέρονται να έχουν χαλαρώσει την εμπλοκή τους), αλλά και με την καλλιέργεια των σχέσεών του με την Άγκυρα, η οποία ρίχνει γέφυρες και προς τις δύο πλευρές του εμφυλίου της Λιβύης, στο πλαίσιο της γενικότερης επιλογής της την τελευταία πενταετία να υποστείλει τις εντάσεις με τους μέχρι πρότινος ανταγωνιστές της στον αραβικό κόσμο.
Μόλις τον Απρίλιο, ο Σαντάμ Χάφταρ, υιός του στρατάρχη και επικεφαλής των χερσαίων δυνάμεων της ανατολικής Λιβύης, επισκέφθηκε την Άγκυρα, όπου έγινε δεκτός από τον Τούρκο υπουργό Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ.
Παράλληλα, η ρωσική υποστήριξη δεν προσφέρεται, όπως παλαιότερα, "κάτω από το τραπέζι” μέσω της Ομάδας Wagner, αλλά υπό μορφήν ανοικτής διακρατικής συνεργασίας, με την παροχή στην ανατολική Λιβύη εξελιγμένων πυραυλικών συστημάτων και μαχητικών αεροσκαφών.
Επιπλέον, η εξουσία του Χάφταρ στην ανατολική Λιβύη εμφανίζεται περισσότερο σταθεροποιημένη από αυτήν του πρωθυπουργού Ντμπέιμπε στη δυτική Λιβύη, όπου συχνά εκδηλώνονται ανταρσίες πολεμάρχων, όπως συνέβη μόλις τον Μάιο με τουλάχιστον 55 νεκρούς, μέχρις ότου οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν με τουρκική μεσολάβηση.
Καίτοι η κυβέρνηση Ντμπέιμπε είναι η διεθνώς αναγνωρισμένη, έχει εξαντλήσει το χρονοδιάγραμμα υπάρξής της, που κατά τα διεθνώς συμφωνηθέντα θα όφειλε να έχει ήδη καταλήξει σε διενέργεια εκλογών. Συνεπώς, η νομιμοποίησή της "ροκανίζεται” όσο περνά ο χρόνος.
Η οιονεί στρατιωτικοποίηση της μεταναστευτικής κρίσης από την Αθήνα, κατά το πρότυπο του Έβρου το 2020, με την αποστολή φρεγατών στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κρήτης και Λιβύης, δεν είναι σε θέση να ανατρέψει αυτά τα δεδομένα, όταν η Ε.Ε. δεν είναι καν σε θέση να αποβιβάσει στη Βεγγάζη τους απεσταλμένους της.