Του Κώστα Ράπτη
Στο βιβλίο του The Art of the Deal ο Ντόναλντ Τραμπ γράφει: "Το χειρότερο πράγμα που μπορείς να κάνεις σε μια συμφωνία είναι να δείχνεις απεγνωσμένος να την πετύχεις. Αυτό κάνει τον άλλον να μυρίζει αίμα και μετά είσαι νεκρός. Το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να διαπραγματευτείς από θέση ισχύος και η μόχλευση είναι η μεγαλύτερη ισχύς που μπορείς να έχεις. Μόχλευση είναι το να έχεις κάτι που ο άλλος θέλει. Ή ακόμα καλύτερα, χρειάζεται. Ή, το καλύτερο απ' όλα, απλώς δεν μπορεί χωρίς αυτό”.
Οι κακές γλώσσες θέλουν τον Τραμπ να μην είναι ο πραγματικός συγγραφέας του βιβλίου. Όμως οι ακόμη πιο κακές γλώσσες υποστηρίζουν ότι ούτε καν το έχει διαβάσει. Ενδεχόμενο όχι απίθανο, αν κρίνουμε από όσα συμβαίνουν αυτές τιες ημέρες.
Στο εμπορικό πόλεμο που ο ίδιος εξαπέλυσε κατά του υπόλοιπου πλανήτη και πρωτίστως της Κίνας, ο ένοικος του Λευκού Οίκου διαπράττει ό,τι στο βιβλίο του έχει χααρκτηρίσει ως το χειρότερο λάθος: Εμφανίζεται να επιδιώκει απεγνωσμένα ένα ντηλ. Ειδάλλως δεν θα είχε απευθύνει στο Πεκίνο την "πρόκληση” να τον προσεγγίσει με μια δική του πρόταση συμφωνίας.
"Η μπάλα είναι στο γήπεδο της Κίνας. Η Κίνα πρέπει να κάνει μια συμφωνία μαζί μας, όχι εμείς μαζί της”, δήλωσε την Τρίτη η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Καρολίν Λίβιτ, διαβάζοντας δήλωση υπαγορευμένη από τον Τραμπ.
"Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ της Κίνας και οποιασδήποτε άλλης χώρας, εκτός από το ότι η Κίνα είναι πολύ μεγαλύτερη και θέλει αυτό που έχουμε εμείς, αυτό που θέλει κάθε χώρα, αυτό που έχουμε εμείς, ήτοι τον Αμερικανό καταναλωτή. Για να το θέσω διαφορετικά, χρειάζονται τα χρήματά μας”, συνεχίζει η δήλωση.
"Ουσιαστικά, απευθύνονται στην Κίνα για να τους βγάλει από την γωνία στην οποία έχουν στριμωχτεί. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι αυτό θα συμβεί” ήταν το άμεσο σχόλιο του Γκίντεον Ράχμαν των Financial Times μέσω Twitter.
Όταν ρωτήθηκε για τη στάση των ΗΠΑ, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Λιν Τζιαν, δήλωσε ότι "αν οι ΗΠΑ θέλουν πραγματικά να επιλύσουν το ζήτημα μέσω διαλόγου και διαπραγματεύσεων, θα πρέπει να σταματήσουν να ασκούν μέγιστη πίεση και να σταματήσουν τις απειλές και τον εκβιασμό. Για να υπάρξει οποιοσδήποτε διάλογος, πρέπει να βασίζεται στην ισότητα, τον σεβασμό και το αμοιβαίο όφελος”.
Το Πεκίνο μιλά από τη δική του "θέση ισχύος”. Τελευταίο παράδειγμα: η εντολή προ τις κιεζικές αεροπορικές εταιρείες να μην παραλαμβάνουν πλέον αεροσκάφη της Boeing, κίνηση την οποία ο Τραμπ κατήγγειλε ως αθέτηση συμφωνίας.
Το πώς αντιλαμβάνονται οι Κινέζοι ιθύνοντες την "ισότητα” και τον "σεβασμό” προκύπτει από τις πληροφορίες ότι δεν σκοπεύουν να διαπραγματευθούν με τον Τραμπ, παρά μόνο υπό τον όρο της προκαταβολικής άρσης των δασμών που αυτός ανακοίνωσε κατά την "Ημέρα Απελευθέρωσης”.
Αλλά ο παράγοντας που κυρίως εμπνέει στην Κίνα αυτοπεποίθηση είναι η θέση στην οποία τοποθετεί η πολιτική Τραμπ όλες τις υπόλοιπες χώρες. Ήτοι το δίλημμα "Ή την Κίνα ή εμάς” που βρίσκεται στην καρδιά της στρατηγικής του Αμερικανού προέδρου.
Η κυβέρνηση Τραμπ υποστηρίζει ότι ότι διαπραγματεύεται με δεκάδες άλλους εμπορικούς εταίρους για τη μείωση των εμπορικών φραγμών σε αντάλλαγμα για την ελάφρυνση των υψηλότερων δασμών που τους επέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Αυτοί οι δασμοί ανεστάλησαν για 90 ημέρες στις 10 Απριλίου για να δοθεί χρόνος για συνομιλίες.
Εσωτερικά σημειώματα που κυκλοφόρησαν στην ιρλανδική κυβέρνηση μετά τις συναντήσεις του Ιρλανδού υπουργού Οικονομικών Σάιμον Χάρις και του Αμερικανού υπουργού Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ στη Ουάσιγκτον την περασμένη εβδομάδα (και διέρρευσαν στους Irish Times) αναφέρουν ότι η συνολική ανερικανική στρατηγική είναι η αποσύνδεση από την Κίνα και ότι κάθε χώρα που επιθυμεί να έχει εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ, ιδίως η Ε.Ε., θα πρέπει επίσης να αποστασιοποιηθεί από το Πεκίνο.
Πόσοι ανά τον κόσμο θα ήταν πρόθυμοι να υποκύψουν στο δίλημμα;
Σύμφωνα με την Λίβιτ, ο Τραμπ εξετάζει τουλάχιστον 15 προτάσεις συμφωνίας από άλλες χώρες. Η ίδια απέφυγε να κατονομάσει τις χώρες που βρίσκονται κοντά σε σύναψη συμφωνίας με τις ΗΠΑ και πρόσθεσε χαρακτηριστικά: "Υπάρχουν ακόμη αρκετά να γίνουν”.
Πρόκειται για λάθος ανάλογο με την αντιμετώπιση της Ρωσίας, την οποία υπό την αμερικανική ηγεσία Δύση θεώρησε ότι ήταν σε θέση να απομονώσει οικονομικά, μόνο και μόνο για να τραυματισθεί η ίδια περισσότερο από την αποδέκτρια των κυρώσεών της.
Εν προκειμένω, το λάθος καθιστά βαρύτερο η διάρρηξη της ενότητας της Δύσης. Η τακτική της εξαπόλυσης ενός "νέφους” δασμών κατά παντός, ώστε σταδιακά να έρθει η επικέντρωση στον πραγματικό στόχο που ήταν η Κίνα, αποδείχθηκε μπούμερανγκ. Οι "τρίτοι” της εξίσωσης, είτε στην Ευρώπη είτε πολύ περισσότερο στον υπόλοιπο κόσμο, δεν θεωρούν πλέον τις ΗΠΑ αρκούντως αξιόπιστες και προβλέψιμες, ώστε να συνταχθούν μαζί τους σε ένα σχέδιο απομόνωσης της Κίνας, η οποία συγκριτικώς προβάλλει ως σταθερή πηγή ευημερίας.