Στην άλλη άκρη του κόσμου, όπου οι ήχοι είναι ξένοι αλλά οι καρδιές ανοιχτές, ένα ελληνικό χωριό βρήκε τρόπο να μιλήσει παγκόσμια. Δεν χρειάστηκαν λέξεις - μόνο τραγούδια και χοροί που κουβαλούν αιώνες ιστορίας. Από τις 23 Ιουλίου έως τις 4 Αυγούστου, μια ομάδα παιδιών, εφήβων και ανθρώπων με βαθιά αγάπη για την παράδοση, ταξίδεψαν χιλιάδες χιλιόμετρα κουβαλώντας μαζί τους την ψυχή ενός τόπου. Η Ελλάδα έδωσε το "παρών" σε ένα παραδοσιακό φεστιβάλ στην Ταϊβάν και το έκανε με συγκινητικό και αυθεντικό τρόπο: με τη Μορφωτική Πολιτιστική Κίνηση Νέων Μελισσοχωρίου, που δεν πήγε απλώς στην Ταϊβάν για να συμμετάσχει σε ένα ακόμη φεστιβάλ. Πήγε με αποσκευές γεμάτες παράδοση, πήγε να αφηγηθεί ήθη κι έθιμα όπως παλιά - κάθε τραγούδι, κάθε στίχος, κάθε χορός και κάθε βήμα είχε ψυχή.
Η Ελλάδα συμμετείχε για πρώτη φορά στο Διεθνές Φεστιβάλ Παιδικού Παιχνιδιού στην Ταϊβάν και η συμμετοχή της έδειξε πως η πολιτιστική κληρονομιά δεν είναι μουσείο - είναι ζωντανή εμπειρία. Στη σκηνή δεν ανέβηκαν απλώς χορευτές, αλλά φύλακες ενός εθίμου που ενώνει γενιές.
"Ήμασταν η πρώτη ελληνική συμμετοχή στο φεστιβάλ, και αυτό μας γέμισε ευθύνη αλλά και συγκίνηση", λέει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Βαρβάρα Πίκουλα, καθηγήτρια φυσικής αγωγής και χοροδιδασκάλισσα του Συλλόγου, εξηγώντας πως η αποστολή από το Μελισσοχώρι θέλησε να μεταφέρει την αυθεντικότητα των εθίμων της περιοχής. "Όχι απλώς να δείξουμε έναν χορό, αλλά να πούμε μια ιστορία", τονίζει.
Η ιστορία αυτή άρχισε με το τραγούδι "Όλα τα πουλάκια", που τραγουδιόταν τρεις ημέρες πριν από τον γάμο. Οι γυναίκες έπιαναν τα προζύμια και έπλαθαν τα κλίκια, καλώντας συμβολικά τους συγχωριανούς στη χαρά. Ένας ιδιαίτερος μακρόσυρτος ήχος - το χαρακτηριστικό "ιιιιιιι" - αντηχούσε στο χωριό: για άλλους, για να ακουστεί σε κάθε γειτονιά· για άλλους, ως μίμηση του ήχου της γκάιντας που συνόδευε τις τελετές. Ακολούθησε η "Μαρουδιά", ένας χορός αφιερωμένος στις γυναίκες, γεμάτος δύναμη αλλά και μελαγχολία. Αν και χορός του γάμου, το τραγούδι αφηγείται την τραγική ιστορία μιας κοπέλας, της Μαρουδιάς, που πηγαίνει με τη μητέρα της να μαζέψουν χώμα για το πάτωμα του σπιτιού. Ένα ατύχημα της κοστίζει τη ζωή, και μέσα από τα λόγια της, λίγο πριν πεθάνει, ζητά να πλυθεί η προίκα της - αυτή που δεν πρόλαβε να φορέσει. Ένα τραγούδι για τη ζωή και τον θάνατο, τη χαρμολύπη που διαπερνά την ελληνική παράδοση.
Η αποστολή από το Μελισσοχώρι δεν πέρασε απαρατήρητη. Στο Μουσείο των Γηγενών, στην πόλη Γιλάν, οι Έλληνες συμμετέχοντες ανακάλυψαν πολιτισμικά "νήματα" που ενώνουν λαούς: όπως εκείνοι χορεύουν και κερνούν, έτσι και οι δικοί μας πρόγονοι πρόσφεραν κρασί με το κλωντήρι κατά τη διάρκεια του χορού (κλωντήρι =πήλινη κανάτα που έκλεινε με το λουλούδι της μολόχας ως πώμα ). Οι παραδοσιακές φορεσιές έγιναν αντικείμενο θαυμασμού, το κοινό φωτογράφιζε και άκουγε με προσήλωση την ιστορία τους, που είχαν φροντίσει οι διοργανωτές να μεταφραστεί στα κινεζικά, όπως εξηγεί η κ. Πίκουλα.