Του Κώστα Ράπτη
Άλλοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται για πολιτικό θέατρο άνευ σημασίας και άλλοι ότι πρόκειται για ιστορική τομή. Στην πραγματικότητα, η αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους την εβδομάδα αυτή από σειρά δυτικών χωρών είναι μια κίνηση που θα πρέπει να κριθεί μετρημένα και, κυρίως, εντός των συγκεκριμένων συμφραζομένων.
Βεβαίως, η PLO είχε προχωρήσει στην ανακήρυξη παλαιστινιακού κράτους ήδη από το μακρινό 1988, με μαζική αναγνώρισή του από τις χώρες του πλανητικού Νότου και του τότε Ανατολικού Μπλοκ. Και μια πράξη αναγνώρισης κράτους το οποίο δεν ασκεί κυριαρχία επί καθορισμένων εδαφών (και δεν διαθέτει νομιμοποιημένη ηγεσία, αν λάβουμε υπόψη μας τον διχασμό των Παλαιστινίων, την απουσία εκλογών από το 2006 και την πολιτική απαξίωση της Παλαιστινιακής Αρχής) έχει σημασία κατά βάση συμβολική.
Οι δε συμβολικές ενέργειες σαφώς υπολείπονται των απαιτήσεων των καιρών, διότι δεν επιτυγχάνουν το επειγόντως ζητούμενο: την ειρήνευση και τον τερματισμό αυτού που έγκυρες διεθνείς φωνές κατονομάζουν πλέον ως γενοκτονία των Παλαιστινίων της Γάζας. Περισσότερο αποτυπώνουν την επιθυμία χωρών του πλανητικού Βορρά να πάρουν αποστάσεις από ό,τι απειλεί να αμαυρώσει τη δική τους υψηλόφρονα αυτοεικόνα.
Έστω και έτσι, όμως, οι εξελίξεις της εβδομάδας έχουν μεγάλο βάρος: περισσότερο ενδεχομένως για το Ισραήλ, παρά για τους Παλαιστινίους. Διότι αποτυπώνουν ένα ορισμένο ρήγμα εντός της Δύσης (ακόμα, μάλιστα, και του αγγλόφωνου πυρήνα της) και συντείνουν στη μετατροπή του εβραϊκού κράτους σε διεθνή παρία. Διόλου τυχαία, άλλωστε, οι σχετικές αποφάσεις της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Αυστραλίας, του Καναδά, της Πορτογαλίας κ.ά. συνέπεσαν με την εβδομάδα υψηλού επιπέδου της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη.